Πρόσφατα, στη διάρκεια του 3ου διεθνούς συνεδρίου για τη Γενετική, Γηριατρική και την Έρευνα νευροεκφυλιστικών νόσων που έλαβε χώρα στον Καναδά, ο Παναγιώτης Βλάμος παρουσίασε μια πρωτοποριακή ολοκληρωμένη υπολογιστική μεθοδολογία “AD Blank Spot” (από το Alzheimer Disease) για τη μελέτη νευροεκφυλιστικών νόσων. Η μεθοδολογία έχει στόχο τη σύνδεση ενός μικρόκοσμου με έναν μακρόκοσμο. Ο μικρόκοσμος αφορά τις υπομοριακές μετρήσεις βιοδεικτών ενδοκυτταρικά και εξωκυτταρικά, ενώ ο μακρόκοσμος στην ευπάθεια του ανθρώπινου οργανισμού. Αυτή η διασύνδεση επιτυγχάνεται μέσω ενός «φανταστικού» διανυσματικού χώρου βιοδεικτών, δημιουργώντας μεταβλητές που εξελίσσονται στο χρόνο, αναπτύσσοντας ταυτόχρονα ένα καινοτόμο μοντέλο βάσει ενός συνόλου παραμέτρων που προσδιορίζουν μοναδικά τον ανθρώπινο οργανισμό με ακρίβεια, προσεγγίζοντας τους στόχους της Ιατρικής Ακριβείας.
Πρακτικά, αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να συνδέσει σχεδόν μοναδικά για κάθε ασθενή το κατάλληλο φάρμακο για τη θεραπεία του, αλλά και να δώσει κίνητρο στις φαρμακευτικές εταιρείες να ανασύρουν από τα συρτάρια τους φάρμακα, τα οποία θεώρησαν αποτυχημένα, γιατί δεν είχαν αποτέλεσμα στις ασθένειες που είχαν αρχικά στοχεύσει. Αν κάτι τέτοιο υλοποιηθεί, πέρα από τη βελτίωση των θεραπειών, θα οδηγήσει και στην μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος υγείας, μειώνοντας σημαντικά το κόστος λειτουργίας του.
Θα υπερνικήσει η ανθρωπιά της απληστίας;
Οι περιπτώσεις φαρμακευτικών εταιρειών που τιμολογούν συγκεκριμένα φάρμακα σε δυσθεώρητα ύψη, για τους περισσότερους ανθρώπους και συστήματα υγείας, αριθμούν σε δεκάδες αν όχι εκατοντάδες. Το φάρμακο Kadcyla για τον καρκίνο του μαστού κόστιζε περίπου 110.000 ευρώ ανά ασθενή για ετήσια θεραπεία το 2015, γεγονός που ανάγκασε το εθνικό σύστημα υγείας της Βρετανίας να πιέσει την εταιρεία για έκπτωση. Σε μια παρόμοια περίπτωση, η κατασκευάστρια εταιρεία του Sovaldi, το οποίο στοχεύει στην ηπατίτιδα τύπου C, ζητά περίπου 50.000 ευρώ για θεραπεία 12 εβδομάδων.
Τα φάρμακα αυτά θα μπορούσαμε να τα κατατάξουμε στην κατηγορία μιας Ferrari, αλλά όχι και μιας Bugatti Veyron, όπως θα μπορούσαμε να πούμε για ένα ‘μοναδικό’ φάρμακο. Οπότε, το ερώτημα που γεννιέται είναι πώς θα τιμολογούσε μια φαρμακευτική εταιρεία ένα φάρμακο, το οποίο θα είχε κατασκευάσει, στοχεύοντας μια περιορισμένη μερίδα αγοραστών, οι οποίοι θα ταίριαζαν γάντι με το φάρμακο αυτό.
Θεωρητικά, η παραγωγή ενός τέτοιου φαρμάκου, βασισμένη κυρίως στην πληροφορική τεχνολογία, θα μπορούσε να είναι ταχύτερη και οικονομικότερη για μια φαρμακευτική εταιρεία, σε σχέση με τα φάρμακα που κατασκευάζονταν πριν την αξιοποίηση των εφαρμογών που προσφέρουν οι ψηφιακοί υπολογιστές. Για παράδειγμα, η ανάλυση του πρώτου ανθρώπινου γονιδιώματος χρειάστηκε επενδύσεις δεκάδων ίσως και εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Σήμερα όμως, με λιγότερα από 1000 δολάρια, ο καθένας από εμάς μπορεί να αποκτήσει σε ένα CD, το ψηφιακό αποτύπωμα του γονιδιώματός του. Αυτή η εκπληκτική μείωση του κόστους οφείλεται στο μεγαλύτερο μέρος της, στην εκπληκτική επίσης αύξηση της επεξεργαστικής ισχύος χαμηλού κόστους.
Δεδομένου ότι αυτή η επεξεργαστική ισχύ είναι πλέον διαθέσιμη, η Ιατρική Ακριβείας θα μπορούσε να βασιστεί σε πλάτες γιγάντων και να αλλάξει ριζικά την ποιότητα ζωής των ασθενών στο μέλλον. Ωστόσο, για να γίνει αυτό εφικτό, θα πρέπει οι φαρμακευτικές εταιρείες που επενδύουν στην έρευνα, να μετακυλήσουν ένα σημαντικό ποσοστό της μείωσης κόστους στον αγοραστή, να επιλέξουν δηλαδή συνειδητά οι μέτοχοι ότι θα περιορίσουν τα κέρδη τους για το ευρύτερο κοινωνικό όφελος.
Το δυστοπικό σενάριο
Οι δυστοπίες είναι ένα από τα αγαπημένα σενάρια συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας. Στην κοινωνία του Elysium, προνομιούχοι πολίτες ζουν μακριά από τη μολυσμένη Γη και απολαμβάνουν σχεδόν την αθανασία, δεδομένου ότι οι ασθένειες είναι θεραπεύσιμες και ο μόνος τρόπος να πεθάνουν είναι ο βίαιος θάνατος.
Θεωρητικά, ζούμε ήδη ένα κομμάτι αυτού του δυστοπικού σεναρίου. Η οικονομική δυνατότητα κάποιων ανθρώπων επιτρέπει πρόσβαση σε θεραπείες, οι οποίες δεν είναι προσβάσιμες στην ευρύτερη κοινωνία. Από το γνωστό παράδειγμα του Steve Jobs, ο οποίος άλλαξε αρκετά συκώτια πριν τελικά φύγει από ζωή, μέχρι τα πιο συνωμοτικά σενάρια για ‘μυστικές’ θεραπείες βλαστοκυττάρων που εφαρμόζονται ήδη σε πλούσιους αγοραστές, το χρήμα δίνει πρόσβαση σε επιμήκυνση του χρόνου ποιοτικής ζωής.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσδοκούμε ότι ξαφνικά οι εταιρείες θα επιλέξουν μόνες τους να αλλάξουν στάση και να διαθέσουν την Ιατρική Ακριβείας στο ευρύτερο κοινό σε προσιτό κόστος. Από την άλλη βέβαια, βιώνουμε μια περίοδο που το καπιταλιστικό σύστημα αναζητά ένα νέο πρόσωπο, συμβατό με την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Οπότε η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.